Χαναάν

Χαναάν
Ονομασία που χρησιμοποιείται στη Βίβλο για να χαρακτηρίσει το έδαφος που υποσχέθηκε ο θεός στους απογόνους του Αβραάμ και που περιλαμβανόταν μεταξύ της Μεσογείου, της Νεκράς Θάλασσας, του ρου του Ιορδάνη και του Λιβάνου. H ονομασία είναι προσημιτική και αβέβαιης προέλευσης. Στη γη της X. ζούσαν οι Χαναναίοι, λαοί που κατοικούσαν στην Παλαιστίνη κατά τη 2η χιλιετία π.Χ., πριν η περιοχή αυτή καταληφθεί από τους Ισραηλίτες που προέρχονταν από την έρημο. Μερικές φορές όμως η Βίβλος αναφέρει τους Χαναναίους ως ένα μόνο από τους πολυάριθμους λαούς Αμορραίους, Φερεζαίους, Ιεβουσαίους κλπ., που κατοικούσαν στη Γη της Επαγγελίας και η έδρα των οποίων ήταν πιθανότατα το νότιο τμήμα της χώρας, η Ιουδαία. Οι Χαναναίοι δεν απέκτησαν ποτέ πολιτική ενότητα, επειδή ήταν κοινωνικά και πολιτικά χωρισμένοι σε διάφορες κοινότητες, καθεμία με δικό της ηγεμόνα. Από αυτές, μεγάλη φήμη στην αρχαιότητα είχε η κοινότητα των Φοινίκων. Σε περίπτωση κινδύνου ή πολέμου, οι διάφορες ομάδες ενώνονταν σε συμμαχίες. Διατηρούσαν φιλικότατες σχέσεις και είχαν συνάψει συμφωνίες με τους Αιγυπτίους, τους Ασσυρίους, τους Βαβυλωνίους, και άλλους γειτονικούς λαούς. Οι X. μιλούσαν μια γλώσσα όχι πολύ διαφορετική από τη γλώσσα των Ισραηλιτών. Ο πολιτισμός των Χαναναίων, όπως και η θρησκεία τους είναι γνωστά σε μας προπάντων από ανασκαφές που έγιναν στην Παλαιστίνη, από έγγραφα που βρέθηκαν στο μικρό βασίλειο Ρας Σάμρα - Ουγκαρίτ στη Συρία (15ος – 14ος αι. π.Χ.) και από τα συγγράμματα του Φίλωνα της Βύβλου. Στην κορυφή του πανθέου βρισκόταν ο Ελ, πατέρας των θεών, αλλά επίκεντρο λατρειάς ήταν ο Βάαλ, θεός της γονιμοποιού βροχής, της γης και του ουρανού σε συνεχή αγώνα με τον Μοτ, θεό της βλάστησης και του κάτω κόσμου: και οι δύο αντικαταστάθηκαν κατά την 1η χιλιετία από τον Άδωνη. Το θηλυκό στοιχείο αντιπροσωπεύεται ιδιαίτερα από την Άνατ, την Αστάρτη, γυναίκα του Βάαλ, και την Ασέρα, θεές συνδεδεμένες με τη γονιμότητα, την ευφορία και τον πόλεμο. Αρχαιολογικός χώρος στη Χαναάν, όπου οι ανασκαφές έφεραν στο φως αφιόλογα ευρήματα. Χαναναϊκό αγγείο. Ο πολιτισμός των Χαναναίων αναπτύχθηκε στην Παλαιστίνη μεταξύ 4ης και 2ης χιλιετίας π.Χ. (Παρίσι, Μουσείο Λούβρου).
* * *
η, ΝΑ
(στην ΠΔ) η χώρα στην οποία κατοικούσαν οι απόγονοι τού Χαναάν, τέταρτου γιου τού Χαμ και εγγονού τού Νώε, η οποία τελικώς κατακτήθηκε από τους Εβραίους απογόνους τού Αβραάμ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. Χαναάν έχει αποδώσει στην Ελληνική τους τ. τής Φοινικικής και τής Εβραϊκής Kn'n, Kinahhi και, σύμφωνα με τους Αρχαίους, προήλθε από το ανδρών. Χαναάν ή Χανάανος, όν. τού γιου τού Χαμ, ενώ απαντά και ένας παρλλ. τ. Χνᾶ, σχηματισμένος αντίστοιχα από το ανδρών. Χνᾶς(βλ. και λ. Φοίνικας)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • χαναναίος — α, ο / χαναναῖος, αία, ον, ΝΑ (το αρσ. στον πληθ. ως κύριο όν.) οι Χαναναίοι οι κάτοικοι τής Χαναάν, σημιτικά φύλα που θεωρείται ότι κατάγονται από τον Χαναάν και κατοικούσαν στην Παλαιστίνη, προς τα δυτικά τού ποταμού Ιορδάνη («οἱ Χαναναῖοι τότε …   Dictionary of Greek

  • Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… …   Dictionary of Greek

  • Χανανίτις — ίτιδος, ἡ, Μ 1. (για πρόσ.) γυναίκα κάτοικος ή καταγόμενη από τη Χαναάν 2. συνεκδ. ως επίθ. ευτελής, τιποτένια. [ΕΤΥΜΟΛ. < Χαναάν + κατάλ. ῖτις, ίτιδος (πρβλ. Λιβαν ῖτις)] …   Dictionary of Greek

  • Εβραίοι — Αρχαίος σημιτικός λαός από τη Χαλδαία, που εγκαταστάθηκε κατά τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη Γη της Χαναάν. Η ονομασία του οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Έβερ, απόγονο του Σημ, γιου του Νώε. Οι Ε. ονομάζονταν επίσης και Ισραηλίτες, όνομα… …   Dictionary of Greek

  • Names of the Levant — The Levant Over recorded history, there have been many names of the Levant, a large area in the Middle East. These names have applied to a part or the whole of the Levant. On occasion, two or more of these names have been used at the same time by …   Wikipedia

  • Haran — (hebr.: הרן) ist laut der Bibel der Name eines jüngeren Bruders von Abraham, des Stammvaters Israels. Er wird in der Genealogie Noas erstmals in Gen 11,26 EU erwähnt. Sein Vater hieß demnach Terach, sein zweitälterer Bruder war Nahor. Haran war… …   Deutsch Wikipedia

  • Kanaan — Ungefähre Ausdehnung des als Kanaan/Kinaḫḫu bezeichneten Landes um 1300 v. Chr. Kanaan (nordwestsemitisch kn n, Alalach ki in a nimKI, akkadisch LUki na aḫ numMEŠ, assyrisch KURki na aḫ ḫi und KURki na ḫi, babylonisch KURki na ḫa a a u,… …   Deutsch Wikipedia

  • Kenaan — Ungefähre Ausdehnung des als Kanaan/Kinaḫḫu bezeichneten Landes um 1300 v. Chr. Kanaan (nordwestsemitisch kn n, Alalach ki in a nimKI, akkadisch LUki na aḫ numMEŠ, assyrisch KURki na aḫ ḫi und KURki na ḫi, babylonisch KURki na ḫa a a u …   Deutsch Wikipedia

  • Land Kanaan — Ungefähre Ausdehnung des als Kanaan/Kinaḫḫu bezeichneten Landes um 1300 v. Chr. Kanaan (nordwestsemitisch kn n, Alalach ki in a nimKI, akkadisch LUki na aḫ numMEŠ, assyrisch KURki na aḫ ḫi und KURki na ḫi, babylonisch KURki na ḫa a a u …   Deutsch Wikipedia

  • Canaán — Mapa de la región de Canaán. Canaán (en fenicio …   Wikipedia Español

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”